- αστερισμός
- Αστέρες που ανήκουν σε μία από τις πολλές περιοχές του ουρανού, με βάση την παλαιά υποδιαίρεσή τους σε ομάδες (τους α.), την οποία έκαναν οι αρχαίοι αστρονόμοι για την αναγνώριση και την ταξινόμησή τους. Η παλιά εμπειρική υποδιαίρεση δεν ήταν ορθή και περιείχε πολλά σφάλματα προοπτικής και προβολής των αστέρων πάνω στον ουράνιο θόλο. Λάμβανε υπόψη μόνο τη θέση των αστέρων στον ουρανό, όπως τους έβλεπε ένας παρατηρητής από τη Γη. Οι αστέρες ενός α. δεν ανήκουν πραγματικά σε ένα και μοναδικό σύστημα, αλλά βρίσκονται σε ουράνιες ζώνες που έχουν παμμέγιστη απόσταση η μία από την άλλη και μόνο σε έναν παρατηρητή, ο οποίος βρίσκεται στη Γη, μπορούν να φανούν ότι αποτελούνομάδα, επειδή έτσι προβάλλονται στον έναστρο ουρανό.
Οι αρχαίοι αστρονόμοι έδωσαν διαφορετικές ονομασίες στον κάθε α., oι οποίες διατηρούνται και χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα. Οι ονομασίες αναφέρονταν κυρίως σε ζώα και σε μυθολογικές μορφές, το σχήμα των οποίων φαντάζονταν ότι διαγραφόταν με τις νοητές ενωτικές γραμμές μεταξύ των αστέρων του α. Ο Πτολεμαίος αναφέρει 48 α. Αργότερα όμως οι αστρονόμοι προσέθεσαν και άλλους, στους οποίουςέδωσαν ονόματα που ανήκουν σε όργανα ναυτικά και της φυσικής.
Για τον αριθμό των α. δεν υπάρχει πλήρης συμφωνία μεταξύ των αστρονόμων, γιατί, όπως αναφέραμε, δεν υπάρχει ένα σταθερό κριτήριο που να προσδιορίζει τη συσχέτιση πολλών αστέρων σε έναν α., εφόσον ο προσδιορισμός ενός α. είναι καθαρά εμπειρικός. Παρ’ όλα αυτά, η Διεθνής Αστρονομική Ένωση καθόρισε σε 86 τον αριθμό των α.: 27 βόρεια του Ζωδιακού, 12 στον Ζωδιακό και 47 νότια του Ζωδιακού. Στα σύνορα των α. έχουν οριστεί τόξα μεσημβρινά και παράλληλα. Ανάλογα με τη λαμπρότητά τους, οι αστέρες υποδεικνύονται με ένα ψηφίο του ελληνικού αλφαβήτου, που τις περισσότερες φορές ακολουθείται από την ονομασία του α. στον οποίο ανήκουν.
* * *ο (AM ἀστερισμός) [αστήρ]μια ομάδα απλανών αστέρων που εμφανίζονται με ορισμένη διάταξηαρχ.η ιχνογράφηση αστεριών επάνω σε ομοίωμα του ουράνιου θόλου.
Dictionary of Greek. 2013.